Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
φιλοτησια
φιλοτησία
ἡ (sc. πόσις) здравица, заздравный тост
ex. λαβεῖν τέν φιλοτησίαν Arph. — принять (предложенный) заздравный кубок;
φιλοτησίαν (φιλοτησίας) προπίνειν Dem., Luc. — пить за здравие;
φιλοτησίαν παρέχειν Luc. — предложить заздравный тост